- Ξυλοκερκίται
- Ξυλοκερκῑται και Ξυλοκερκῆται, οἱ (Μ) [ξυλόκερκος]οπαδοί τού Ιωάννη Χρυσοστόμου, οι οποίοι ονομάστηκαν έτσι επειδή μετά την αποπομπή του από τον ναό συγκεντρώθηκαν όλοι σε μια από τις πύλες τής Κωνσταντινούπολης που ονομαζόταν Ξυλόκερκος.
Dictionary of Greek. 2013.